Ένα διήγημά μου για το περιοδικό Elle όπως δημοσιεύεται στο τεύχος του Οκτωβρίου. “Έχω καταλήξει ότι το στομάχι είναι μια δεύτερη καρδιά που χτυπάει όταν ατονεί η κανονική καρδιά”, λέει η ηρωίδα μου σε μια μάχη σώμα με σώμα ή σε μια μάχη με το σώμα της, φέρνοντας στο προσκήνιο τις μεγάλες μικρές καθημερινές μάχες που δίνουμε όλοι μας, ώστε στο τέλος να αρχίζουν όλα ξανά. Διαβάστε το στη συνέχεια…
Τώρα κάθομαι κάτω από το παλιό μας διαμέρισμα και κοιτάζω με διεστραμμένη έξαψη τις καινούριες σκιές που πηγαινόρχονται πίσω από τις λευκές κουρτίνες μας. Θέατρο σκιών, βωβός κινηματογράφος, εραστές, σκύλοι, άγνωστοι φίλοι, παιδιά, σακούλες σούπερ μάρκετ, συγγενείς που μπαινοβγαίνουν, φώτα και φωνές. Μπορεί αυτοί που μένουν τώρα στο διαμέρισμα να κάνουν έρωτα καλύτερα από εμάς, μπορεί να τρώνε ασταμάτητα, να γελάνε και να κλαίνε πιο δυνατά από εμάς. Μπορεί να έχουν τα δικά τους ζόρια. Ποιός ξέρει; Κάθε απόγευμα περπατάω πάνω κάτω στο πεζοδρόμιο σαν να κλοτσάω τα χρόνια που πέρασαν. Μια τανάλια σφίγγει το στομάχι μου και ο χρόνος τσαλακώνεται, χαρτί προς τα πίσω.
Τι δουλειά έχω εδώ δεκαπέντε χρόνια μετά, πέρα από την επιδίωξη αυτής της διεστραμμένης αναστάτωσης; Η θέα αυτού που κάποτε πίστεψα ότι ήταν το πρώτο σκαλί στη μεγάλη κλίμακα της ευτυχίας που μας περίμενε, το πρώτο κοινό μας σπίτι, με αναστατώνει κάθε φορά που το πλησιάζω. Την υπόλοιπη μέρα στο καινούριο μου σπίτι, στο γραφείο, όταν ψωνίζω, την ώρα που μαγειρεύω, όταν διαβάζω, όταν χαζεύω στην τηλεόραση δεν νιώθω τίποτα, αλλά μόλις στρίψω στο στενό πεζοδρόμιο, δέκα μέτρα από την είσοδο της παλιάς μας πολυκατοικίας αρχίζει το γνωστό σφίξιμο και το τσαλάκωμα.
Έχω καταλήξει ότι το στομάχι είναι μια δεύτερη καρδιά που χτυπάει όταν ατονεί η κανονική καρδιά. Το σώμα, όπως και τα σπίτια, έχει πολλά δωμάτια. Όταν το ένα δωμάτιο δεν κάνει τη δουλειά, αναλαμβάνει το άλλο. Συγκοινωνούντα δοχεία. Όταν η κρεβατοκάμαρα δεν μπορεί να φιλοξενήσει και τους δύο, αναλαμβάνει το σαλόνι και ούτω καθεξής. Ο ωραίος μηχανισμός της επιβίωσης. Θυμάσαι ότι τους τελευταίους μήνες κοιμόσουν στο σαλόνι;
Τώρα στο σαλόνι πηγαινοέρχεται ένα άλλο ζευγάρι. Περίπου στην ηλικία που είχαμε εμείς τότε. Με διαφορετικά σχέδια σίγουρα, με διαφορετικές επιδιώξεις. Με άλλα γούστα, άλλους φίλους. Άλλο τελείως πράγμα, ίσως και όχι τελείως άλλο. Ίσως να δουλεύουν περισσότερο από εμάς ή μπορεί να λιώνουν στις σειρές τα βράδια. Μόνο τις σκιές τους διακρίνω, τίποτα περισσότερο. Θέατρο σκιών και βωβός κινηματογράφος. Δεν μπορώ να υπολογίσω αν τρώνε μαζί. Δεν ξέρω πως τα πάνε με τις καρδιές και τα στομάχια τους, την κρεβατοκάμαρα και το σαλόνι τους.
Το απόγευμα συνεχίζεται.
Στρίβω από το στενό και πάω για τρέξιμο στον λόφο. Το στομάχι μου παύει να χτυπάει.
Ο ωραίος μηχανισμός της επιβίωσης.
Ξέρεις όμως κάτι;
Σήμερα το βράδυ θα επιστρέψω, θα χρησιμοποιήσω το παλιό κλειδί της εξώπορτας, θα πάρω το ασανσέρ και θα ανέβω. Θα χτυπήσω το κουδούνι μας και θα τρυπώσω στο διαμέρισμά μας. Θα καθίσω για φαγητό με αυτό το νέο ζευγάρι και παρόλο που γνωρίζω πως κάθε λέξη που θα λέω, αντί να τους φέρει πιο κοντά, θα τους απομακρύνει, θα τους πω όλα όσα προηγήθηκαν, όλα όσα συνέβησαν σε αυτό το διαμέρισμα που το αγοράσαμε καινούριο, που το στολίσαμε σύμφωνα με το γούστο μας, που το φέραμε στα δικά μας μέτρα. Θα τους πω τα πάντα. Για τότε που έχασες τον έλεγχο και άρχισες να με χτυπάς και αντί μετά να ζητήσεις συγγνώμη, το έκανες γαργάρα και πήγες και ξάπλωσες στο σαλόνι. Θα τους πω ότι με έκανες τόπι στο ξύλο και ότι μάζεψα τα πράγματά μου κι έφυγα και μετά ξαναγύρισα. Θα τους πω γιατί έφυγα, θα τους πω και γιατί εξακολουθώ να γυρίζω, για την ιστορία με την καρδιά και το στομάχι μου και θα δω τι θα μου πουν κι αυτοί.
Θα δω τι στομάχια έχουν αυτοί που αντέχουν να ζουν ακόμη στο διαμέρισμα που φτιάξαμε στα δικά μας μέτρα, γιατί τελευταία πιστεύω πως αυτοί, ναι, αυτοί, οι σκιές πίσω από τις λευκές κουρτίνες είμαστε εμείς. Θέατρο σκιών και βωβός κινηματογράφος μαζί, για να μας κοιτάζει κάθε απόγευμα αυτή που στέκεται στο πεζοδρόμιο.