Γράφει ο Δημήτρης Καρύδας //
Ευτυχία Γιαννάκη «Οι ναυαγοί του Αυγούστου», εκδόσεις Ίκαρος
Ένα κλασικό αθλητικό κλισέ λέει ότι «ομάδα που κερδίζει δεν αλλάζει». Μεταφορικά, στη λογοτεχνία το ίδιο μότο θα μπορούσε να λέει: «Πετυχημένη συγγραφική συνταγή δεν αλλάζει». Κάπως έτσι ακολουθώντας τις ράγες μιας εξαιρετικά πετυχημένης αρχικής ιδέας η Ευτυχία Γιαννάκη ολοκλήρωσε τον δεύτερο κύκλο και την τριλογία του βυθού. Το 6ο βιβλίο της με ήρωα τον δυσλειτουργικό αστυνόμο Χάρη Κόκκινο και τίτλο «Οι ναυαγοί του Αυγούστου» (εκδόσεις Ίκαρος) ακολουθεί ακριβώς όσα έχουν καταστήσει τη συγγραφέα μια από τις πιο φρέσκες και ενδιαφέρουσες συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας. Για την ακρίβεια η Ευτυχία Γιαννάκη είναι κάτι παραπάνω από μια ενδιαφέρουσα περίπτωση στο συγκεκριμένο είδος. Αν εξαιρέσουμε τον Πέτρο Μάρκαρη που αποτελεί μια κατηγορία μόνος του έχω την αίσθηση ότι από τους νεότερους η Γιαννάκη, ο Πολυχρόνης Κουτσάκης και ο Δημήτρης Σίμος ξεχωρίζουν με πολύ μεγάλη διαφορά από όλους τους υπόλοιπους. Πέρα από την καθαρά υποκειμενική άποψη ας δούμε καλύτερα τι ακριβώς μας δίνει με τη νέα της δουλειά η Γιαννάκη. Κατ’ αρχήν για μια ακόμη φορά, φροντίζει οι κεντρικοί ήρωες που είναι σταθεροί σε κάθε της βιβλίο όπως ο Χάρης Κόκκινος εξελίσσονται με τα καθημερινά προβλήματα ή το παρελθόν να επιστρέφει για να προσθέσει παράλληλα ζητήματα στην αστυνομική έρευνα. Στο τέλος του βιβλίου μένουν ανοιχτά αρκετά θέματα σε προσωπικό επίπεδο που πιθανόν προαναγγέλουν και τη συνέχεια. Κάπως έτσι και χωρίς να δίνω spoiler δεν είναι απίθανο στο επόμενο βιβλίο της Γιαννάκη να δούμε τον Κόκκινο πατέρα και ενδεχόμενα σε υπηρεσία εκτός Ελλάδος!
Στο σκέλος της βασικής ιδέας τώρα: Ένας καθηγητής πανεπιστημίου βρίσκεται δολοφονημένος στο διαμέρισμα του, ντυμένος με γυναικεία ρούχα σε ένα σκηνικό που θυμίζει έντονα τη δολοφονία του συγγραφέα Ταχτσή που έμεινε ανεξιχνίαστη και ο ένοχος ή οι ένοχοι δεν λογοδότησαν ποτέ. Εγκλήματα σκεπασμένα από την ομίχλη του παρελθόντος αποτελούν βασική πρώτη ύλη στα μυθιστορήματα της Γιαννάκη που θυμίζει με αυτή την πρακτική τα βιβλία του Παδούρα με ήρωα τον επιθεωρητή Κόντε στην Κούβα. Αυτή τη φορά χρησιμοποιεί την υπόθεση Ταχτσή. Χειρίζεται όμως το όλο θέμα απολύτως διακριτικά και καθαρά για τις ανάγκες της μυθοπλασίας χωρίς να προσπαθεί σε κανένα σημείο να δώσει αυθαίρετες ερμηνείες που ενδεχόμενα θα βοηθούσαν τη ροή του βιβλίου. Κάπως έτσι, η υπόθεση Ταχτσή είναι ένα συγγραφικό εργαλείο και μόνο και όχι ο εύκολος δρόμος για την εξέλιξη του δράματος.
Ένα άλλο στοιχείο που κάνει ξεχωριστή τη Γιαννάκη είναι η αλληλεπίδραση της επικαιρότητας στα βιβλία της. Αυτή τη φορά η ιστορία της ξετυλίγεται μέσα στις δολοφονικές πυρκαγιές του 2021. Δεν είναι όμως απλά ένα φόντο της ιστορίας, κάτι που συμβαίνει κάπου μακριά σε δεύτερο πλάνο. Η Γιαννάκη βάζει τις ιστορίες της μέσα στην πραγματικότητα και εμπνέεται ταυτόχρονα από γεγονότα που τροφοδοτούν πρωτοσέλιδα εφημερίδων ή τις βιτρίνες των διαδικτυακών ενημερωτικών σάιτ. Στο προηγούμενο βιβλίο της ο εγκλεισμός λόγω covid ήταν βασικό σημείο αναφοράς. Στο ίδιο βιβλίο η Γιαννάκη σχεδόν προφητικά αναφέρθηκε στην ενδοοικογενειακή βία πριν τα θλιβερά αυτά φαινόμενα γίνουν κτήμα της καθημερινότητας μας. Αυτή τη φορά, ακόμη και μια απλή αναφορά στίχων του ράπερ Lex (πολύ πριν ο συγκεκριμένος καλλιτέχνης βρεθεί στο επίκεντρο της δημόσιας προσοχής) αποδεικνύει ότι η Γιαννάκη έχει την τέλεια ικανότητα να διαβάζει σωστά τις τάσεις των εποχών.
Ένα άλλο σημείο σημαντικής διαφοροποίησης στο συγκεκριμένο βιβλίο με τα προηγούμενα της Γιαννάκη και ειδικότερα αυτά που συνθέτουν τη δεύτερη τριλογία της είναι ότι αιφνιδιάζει με το τέλος που διαλέγει. Στην ουσία, σε μια ανατροπή του σκηνικού που δύσκολα μπορεί να προβλέψει ο αναγνώστης μεγαλύτερη σημασία δεν έχει ο δολοφόνος αλλά αυτή καθ’ αυτή η ιδέα και ο ηθικός αυτουργός. Και αναφέρομαι σε σημαντική διαφοροποίηση εκφράζοντας μια καθαρά προσωπική άποψη γιατί στα προηγούμενα βιβλία της το ζητούμενο ήταν η εξέλιξη της ιστορίας, το φτιάξιμο του μύθου και η «αναγνώριση» του θύτη δεν ήταν δύσκολη υπόθεση για ένα εκπαιδευμένο αναγνώστη.
Ολοκληρώνοντας την αναφορά στους Ναυαγούς του Αυγούστου θα ήθελα να σταθώ και σε ένα ακόμη πολύ ενδιαφέρον σημείο: Στο προηγούμενο βιβλίο της για πρώτη φορά η Γιαννάκη τόλμησε να εμπλέξει τη συγγραφέα ως ένα υπαρκτό πρόσωπο στη ροή του μύθου αποκαλύπτοντας μάλιστα μέσω αυτής της μεθόδου ότι ο Χ. Κόκκινος είναι ένα υπαρκτό πρόσωπο. Μένοντας πιστή στην προσπάθεια δημιουργίας μιας αλληλουχίας και αυτή τη φορά στον επίλογο εμπλέκει πολύ έξυπνα τον εαυτό της ήτο συγγραφικό alter ego της στο τελευταίο κεφάλαιο. Κάπως έτσι η Γιαννάκη με το έκτο βιβλίο της σειράς συνεχίζει να αποτελεί μια φρέσκια μοντέρνα προσθήκη στην ελληνική αστυνομική λογοτεχνία και ταυτόχρονα προσεγγίζει και αναζητά τη δική της συγγραφική ωριμότητα.