Ένα από τα πράγματα που μ’ ενοχλεί περισσότερο από τη μέρα που ξεκίνησα να αντιμέτωπιζω το πρόβλημα με τα μάτια μου είναι ότι δεν μπορώ να διαβάσω πλέον εύκολα βιβλία. Η ταλαιπωρία ήταν ακόμη μεγαλύτερη με το βιβλίο που θα παρουσιάσω σήμερα, γιατί ενώ δεν μπορούσα να το αφήσω, αναγκαστικά έπρεπε να διαβάζω μόνο λίγες σελίδες τη φορά. Και πιστέψτε με, αυτό είναι ταλαιπωρία (!), γιατί οι 488 σελίδες της Νόσου του Μικρού Θεού διαβάζονται απνευστί (κανονικά)!
Όταν πρωτο-έπιασα το βιβλίο στα χέρια μου αγάπησα το κίτρινο του εξωφύλλου· μου έκανε εντύπωση. Μα που είναι το κόκκινο του αίματος; Αναρωτήθηκα. Όταν ξεκίνησα να διαβάζω κατάλαβα σύντομα ότι αυτό το αστυνομικό μυθιστόρημα δεν έχει τόσο να κάνει με ένα λουτρό αίματος, αλλά με ένα αιματηρό ψυχικό φορτίο, μία κρύπτη μυστικών και ψεμάτων, ένα κουβάρι συναισθημάτων που δεν έχουν απαραίτητα το χρώμα κόκκινο. Σκέφτηκα επίσης, πόσο κρίμα ήταν που πια δε χρησιμοποιώ το μετρό, και αυτό είναι κάτι ακόμη που μου στερεί μια από τις αγαπημένες μου ασχολίες, να διαβάζω στη διαδρομή. Το συγκεκριμένο βιβλίο θα ήταν η τέλεια συντροφιά. Σε ένα πεζουλάκι σε ένα στενό της Ερμού ξεκίνησα, λοιπόν, να διαβάζω τη Νόσο του Μικρού Θεού της Ευτυχίας Γιαννάκη.
Γνωρίσαμε την Ευτυχία ως “Αλέκα Λάσκου” το 2000 με το μυθιστόρημά της Χάρντκορ που κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Ωκεανίδα, ενώ αργότερα μεταφέρθηκε και στον κινηματογράφο. Στη συνέχεια, το 2016-2017-2018 εξέδωσε στις εκδόσεις Ίκαρος τη σειρά αστυνομικών μυθιστορημάτων «Η Τριλογία της Αθήνας»: Στο πίσω κάθισμα (2016), Αλκυονίδες μέρες (2017), Πόλη στο φως (2018). Δεν άργησε να έρθει και η πρώτη σειρά παιδικού μυστηρίου, Πιτσιμπουίνοι: Τα πρώτα μου μυστήρια. Πάμε, λοιπόν, να μιλήσουμε για το 5ο σε σειρά μυθιστόρημα της Ευτυχίας Γιαννάκη με τίτλο
Η Νόσος του Μικρού Θεού που αποτελεί και το πρώτο μέρος της Τριλογίας του βυθού. Πάρος. Μεταφερόμαστε στην Πάρο κι από ‘κει βαθιά στην Ευρώπη. Μία γυναίκα νεκρή στο σκάφος της σε ένα απόμενο σημείο του νησιού. Ένας αστυνομικός που προσπαθεί να διεκδικήσει τη θέση του στο σώμα. Ένας Έλληνας στην Ελβετία που κρύβεται ανάμεσα σε μυστικά και έργα τέχνης. Αγάπη και εκδίκηση. Σε μία μικρή κοινωνία όπου τα μυστικά είναι καλά κρυμμένα, μα σαν μαρμάρινες ταφόπλακες βαραίνουν θύτες και θύματα, ο Αστυνόμος Χάρης Κόκκινος βρίσκεται στο νησί και θα κληθεί (αναγκαστεί να) εμπλακεί στην υπόθεση.
Η γραφή της Ευτυχίας πάντα με κέρδιζε. Έχει ακριβώς αυτά τα χαρακτηριστικά που προσωπικά λατρεύω στις αναγνώσεις μου· είναι απλή – μα όχι απλοϊκή – λιτή, έξυπνη και εφευρετική, με χρήση σχημάτων λόγου που κάνει τη ροή απολαυστική.
Η αποτύπωση της μικρής κλειστής κοινωνίας ενός νησιού (ενός χωριού, μιας πόλης…), με όλα τα βάρη που κουβαλά, κάνει αυτό το βιβλίο πραγματικά ασήκωτο. Από το κουτσομπολιό και τη στενομυαλιά μέχρι την καχυποψία και τον ανταγωνισμό, μέσα από κάθε ιστορία, μέσα από κάθε χαρακτήρα και το παρελθόν του, υφαίνεται το πέπλο που βαραίνει την κοινωνία (εδώ) της Πάρου. Στο σημείο που το κλίμα είναι σχεδόν κλειστοφοβικό, η ευχάριστη και φωτεινή – με μια γερή δόση χιούμορ και αυτοσαρκασμού – παρουσία της Τζέλας φέρνει την ισορροπία και κάνει τη Νόσο του Μικρού Θεού όσο ποτέ πραγματική.
Για τον Αστυνόμο Κόκκινο δε θα πω πολλά – έχουν άλλωστε ειπωθεί πολλά στην παρουσίαση της Πόλης στο Φως. Θα χρησιμοποιήσω μόνο μια φράση της ίδιας της Γιαννάκη για να περιγράψω τον χαρακτήρα του Χάρη Κόκκινου, ως τώρα… “όλα έγιναν με σιωπηλη συναίνεση”. Όπως ακριβώς περιγράφεται το τέλος της σχέσης του με τη Λίνα. Τώρα όμως, καλούμαστε να γνωρίσουμε περισσότερα, να μάθουμε γι’ αυτή τη συναίνεση σε κάθε πτυχή της ζωής του Χάρη, και κυρίως να δούμε αλήθεια τι κρυβόταν τόσο καιρό πίσω από τη σιωπή. Λατρεύω τον τρόπο που η Ευτυχία χτίζει τους χαρακτήρες της από την κορφή ως τα νύχια και από το μυαλό ως την ψυχή και τα βαθύτερα τραύματά τους μέσα σε λίγες γραμμές περιγραφής. Αυτό είναι σπουδαίο· οι χαρακτήρες εξελίσσονται, μα κυρίως, η συγγραφέας δε φοβάται να αφήσει τους πρωταγωνιστές για λίγο στην άκρη και να ασχοληθεί με νέους ήρωες, να στήσει τους δευτεραγωνιστές σε πρώτο πλάνο και να δώσει χώρο σε νέα πρόσωπα. Είναι πιστή στον μύθο· η ιστορία προχωρά και υφαίνεται, ενώ οι ήρωες κρατούν σαν μοίρες με προσοχή τις κλωστές της ζωής τους ή άλλοτε τις περιπλέκουν σαν ένα κουβάρι που κανείς δεν μπορεί να λύσει και μόνο αν κοπεί θα επιτευχθεί η κάθαρσις.
Η Νόσος του Μικρού Θεού είναι ένα μυθιστόρημα όπου η Γιαννάκη έχει περίτεχνα κρύψει μικρά ποιήματα στις αράδες του. Σημεία, φράσεις, προτάσεις ολόκληρες με τόσο έντονη συναισθηματική φόρτιση και αυτοτέλεια που θα μπορούσαν να σταθούν ως στίχοι ποιημάτων και να μιλήσουν και για άλλες ιστορίες, για άλλες ψυχές που νοσούν και αναζητούν την κάθαρση.
Υπάρχει και κάτι ακόμα. Τα κεφάλαια. Είναι μοναδικό προτέρημα για έναν συγγραφέα να καταφέρνει να προσδίδει τόση αυτοτέλεια στο κάθε κεφάλαιο, να καταφέρνει να ανοίγει και να κλείνει το θέμα με έναν εξαιρετικό τρόπο ώστε ο αναγνώστης να νιώθει και θεατής μιας σκηνής, ενός επεισοδίου σειράς στην τηλεόραση. Και θα δώσω ιδιαίτερη έμφαση σε αυτό – και πιστεύω ότι και η ίδια η Ευτυχία επεξεργάζεται με ιδιαίτερη βαρύτητα – που αποτέλει ένα από τα αγαπημένα μου σημεία στο βιβλίο. Μιλώ για τα “κλεισίματα”, τα τέλη των κεφαλαίων.
Από γλωσσικής και εννοιολογικής άποψης, η Γιαννάκη κυρίως επιλέγει να κλείνει τα κεφάλαια της με φράσεις και λέξεις που θα χαρακτούν στο μυαλό του αναγνώστη (μην ξεχνάμε άλλωστε και τη συγκλονιστική πρόταση του τέλους του αμέσως προηγούμενου βιβλίου της, Πόλη στο Φως – δεν θα την παραθέσω σε περίπτωση που δεν έχετε διαβάσει ακόμη την Τριλογία της Αθήνας). Αλλά και η αγωνία ακόμη που προσδίδεται στα τέλη των κεφαλαίων δεν είναι συνταρακτική, αλλά πρόκειται για ένα κρεσέντο συναισθημάτων, μύθου, αφήγησης που με πολύ συγκροτημένη και καλά δουλεμένη δομή φτάνει σε μία Άρια της ιστορίας της λίγο πριν το τέλος ή και ακριβώς εκεί, στην τελευταία σελίδα.
Φαντάζομαι την Ευτυχία Γιαννάκη στο γραφείο της, με ένα παράθυρο με φόντο το Αιγαίο πέλαγος κι ένα αεράκι, απόγευμα, σ’ ένα λευκό σπίτι με μπλε παραθυρόφυλλα, να κοίτα τις αραδιασμένες σημειώσεις της με μολύβι και χαρτί στην επιφάνεια του γραφείου – και στις γύρω επιφάνειες, και στη διπλανή πολυθρόνα, και τον καναπέ και το πάτωμα ακόμα – ενώ στην οθόνη του υπολογιστή της διακρίνεται μονάχα μια λέξη…. ΤΕΛΟΣ.
Πηγή: http://www.artharbour.gr/politismos/biblio/i-nosos-tou-mikrou-theou-eytyxia-giannaki/