Το γρήγορο σύννεφο

Ωραία. Πολύ ωραία. Δεν είχα τίποτα να πω, αλλά έπρεπε να μιλήσω. Έπρεπε να ανοίξω το στόμα μου και να απαντήσω. Τι να πω; Πώς μπορούσε να με με φέρνει σε αυτή τη δύσκολη θέση, να πρέπει να μιλήσω, χωρίς αν θέλω; Οι λέξεις που δε βγαίνουν από επιλογή είναι σα να μη βγαίνουν καθόλου. Το ήξερε πολύ καλά, παρόλα αυτά επέμενε να με ακούσει. Η όλη φάση κράτησε τρία δευτερόλεπτα και κατέστρεψε ένα Σαββατοκύριακο.

Καθόμαστε σ’ ένα μπαρ στην πλατεία του χωριού, δίπλα στο παράθυρο και πίναμε, παρόλο που ήταν μεσημέρι. Είχα κατεβάσει ήδη τρεις μπύρες κι εκείνη άλλες τόσες όταν το χρώμα της μέρας άλλαξε απότομα. Το γκρίζο της βαριάς συννεφιάς, έδωσε τη θέση του σ’ έναν λαμπρό ήλιο που τύφλωσε και τους δυο μας. Άρπαξα την ευκαιρία για να πω κάτι.

«Κοίτα, ένα γρήγορο σύννεφο. Κοίτα πως άλλαξε η μέρα.»

Δεν απάντησε. Σήκωσε μόνο το κεφάλι της προς τον ουρανό.

«Κοίτα πως τρέχουν», σχολίασα με ένα ελαφρό μειδίαμα. «Ωραία θα ήταν να είμαστε εκεί πάνω. Να βλέπαμε το χωριό, την πλατεία, τον πλάτανο, αυτό το μπαρ, εμάς, όλα μέσα σε μια κουκίδα, μια μαύρη κουκίδα, μια μαύρη μουτζούρα μέσα στο φως.»

«Μιλάς σα να μη βρίσκεσαι εκεί που θα ήθελες να είσαι», είπε.

«Είμαι μια χαρά», απάντησα βιαστικά για να κλείσω το θέμα.

«Όχι, δεν είσαι. Διαφορετικά δε θα ήθελες να σκαρφαλώσεις στα σύννεφα. Θα καθόσουν στα αβγά σου. Εδώ δίπλα μου».

«Εδώ είμαι.»

«Ναι, αλλά θα προτιμούσες να είσαι πάνω στα σύννεφα. Ακούς εκεί μια μουτζούρα.»

«Ήρθαμε εδώ για να περάσουμε καλά. Δεν είναι ανάγκη να καβγαδίσουμε», είπα για να κλείσω την κουβέντα.

«Ορίστε, το παραδέχεσαι ότι δεν είμαστε καλά. Είπες, ήρθαμε να περάσουμε καλά, υπονοώντας ότι τώρα δεν περνάμε καλά. Και πριν ένα λεπτό έλεγες ότι είσαι μια χαρά. Τι ισχύει από τα δύο; Εκτός των άλλων είσαι ψεύτης.»

«Απλά σχολίασα ένα γρήγορο σύννεφο. Αυτό είναι όλο.»

«Είπες ότι θα ήθελες να είσαι κάπου άλλου. Καλύτερα να φύγεις αν είναι έτσι», με προέτρεψε.

Συνειδητοποιούσα ότι μου δινόταν μια πρώτης τάξης ευκαιρία να τη γλιτώσω και να μη χρειαστεί να μιλήσω άλλο. Παρόλα αυτά δεν την άρπαξα και συνέχισα να κάθομαι δίπλα της. Δεν είχα τίποτα να πω. Έμεινα να κοιτάζω τα σύννεφα και να σκέφτομαι την προοπτική να διοργανώνονται πτήσεις για ερασιτέχνες αλεξιπτωτιστές εκεί κοντά. Δεν ήθελα τίποτα περισσότερο από το να βρεθώ στα σύννεφα, να πέσω στο κενό φορώντας γυαλιά και μια πολύχρωμη στολή και να γευτώ την πτώση προς τη μουτζούρα με τα πνευμόνια μου ανοιχτά και το δέρμα στα ζυγωματικά μου να τεντώνεται από την πίεση του αέρα, με τον εκπαιδευτή κολλημένο στην πλάτη μου.

Δεν άντεξε να μείνει για πολύ σιωπηλή. «Λοιπόν, δεν μου είπες;»

Θα μπορούσαμε να περάσουμε τόσο όμορφα αν δεν απαιτούσε να μιλήσω. Έμεινα να κοιτάζω το γρήγορο σύννεφο που εξαφανιζόταν στον ορίζοντα. Μέσα σε τρία δευτερόλεπτα είχε καταστρέψει ένα ολόκληρο Σαββατοκύριακο. Η σχέση μας τελείωνε εκεί μπροστά της, αλλά εξακολούθησε να μη βάζει γλώσσα στο στόμα. Δεν καταλάβαινε τίποτα. Το σύννεφο έδωσε τη θέση του σε άλλα.

Σε λίγο τα σύννεφα ακινητοποιήθηκαν κι άρχισε να βρέχει.

flying_hippo_by_kleemass-d3g1h4s

Εγγραφείτε στο Newsletter

Η Τριλογία της Αθήνας

#1 Στο Πίσω Κάθισμα – “Πόσο πιθανό είναι να δολοφονήσεις κάποιον, αντί να τον φιλήσεις;” 

#2 Αλκυονίδες Μέρες – “Σε μια κοινωνία που αδυνατεί να προστατεύσει τον αδύναμο κανείς δεν είναι αθώος.”

#3 Πόλη στο φως – “Μέχρι που μπορείς να φτάσεις όταν δεν έχεις πια τίποτα να χάσεις;”

© Ευτυχία Γιαννάκη – Eftychia Giannaki 2023